αμφίρ(ρ)υτος

αμφίρ(ρ)υτος
ἀμφίρ(ρ)υτος, -η, -ον και -ος, -ον (Α)
περίβρεχτος, ζωσμένος από θάλασσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι-* + -ρυτος < ρέω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”